Η κυρία Άννα Σταυροπούλου, Κοινωνική Λειτουργός - μέλος της Θεραπευτικής Ομάδας του Κέντρου Απεξάρτησης Τοξικομανών Κρατουμένων Ελεώνα Θηβών, φωτίζει τους παράγοντες που επιδρούν στο παγκόσμιο φαινόμενο της σχολικής διαρροής, υπογραμμίζοντας  ότι η απόφαση του μαθητή να διακόψει τη φοίτησή του δεν είναι κάτι ξαφνικό αλλά αποτελεί «το ορατό αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας υπο-επίδοσης και σταδιακής απομάκρυνσης από την εκπαίδευση».

Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν το φαινόμενο της σχολικής διαρροής;

 

Η σχολική διαρροή αποτελεί ένα παγκόσμιο εκπαιδευτικό φαινόμενο, καθώς αρκετά άτομα εγκαταλείπουν τη σχολική φοίτηση πρόωρα, συνθήκη η οποία συνεπάγεται αρνητικές επιπτώσεις τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Ειδικότερα στη σύγχρονη εποχή, κατά την οποία οι ραγδαίες εξελίξεις πιέζουν για διαρκή επιμόρφωση και δια βίου εκπαίδευση, η πρόωρη διακοπή της φοίτησης στερεί από το άτομο τα απαιτούμενα εφόδια που θα του επέτρεπαν να αποκατασταθεί επαγγελματικά και να εξελιχθεί προσωπικά, κοινωνικά και οικονομικά κατά την ενηλικίωσή του. Το φαινόμενο της σχολικής διαρροής εξαρτάται από ένα πλήθος διαφορετικών παραγόντων (κοινωνικών, θεσμικών και ατομικών) που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και επηρεάζουν την απόφαση του μαθητή να διακόψει τη φοίτηση.

Υπάρχουν δύο τρόποι ερευνητικής προσέγγισης της σχολικής διαρροής:

α) η ατομική προσέγγιση εστιάζει στο άτομο, δηλαδή τον ίδιο το μαθητή και τις συνθήκες που σχετίζονται με την ακαδημαϊκή του πορεία (π.χ. συμπεριφορά, στάση, αξίες, αίσθηση ανήκειν),

β) η θεσμική προσέγγιση συνυπολογίζει το οικογενειακό του πλαίσιο, το σχολικό, το κοινοτικό και το δίκτυο των συνομηλίκων.

Επιπρόσθετα θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η επίδραση που ασκεί στην απόφαση του μαθητή να εγκαταλείψει ή να συνεχίσει τη σχολική φοίτηση η εμπλοκή του στη σχολική ζωή σε επίπεδο ακαδημαϊκό ή μαθησιακό, καθώς και σε επίπεδο κοινωνικό (αλληλεπίδραση με τους υπόλοιπους μαθητές, τους εκπαιδευτικούς και το λοιπό προσωπικό της σχολικής μονάδας).  Διαφαίνεται ότι δύο βασικοί παράγοντες που ωθούν το μαθητή στη λήψη της απόφασης να διακόψει τη σχολική φοίτηση είναι οι χαμηλές προσδοκίες που έχει ο ίδιος από την εκπαίδευση και η ανάγκη του να εισαχθεί στην αγορά εργασίας

Συμπερασματικά  θα λέγαμε ότι η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου από έναν/μία έφηβο/η αποτελεί ένα πολυσύνθετο, δυναμικό και πολύπλευρο φαινόμενο, το οποίο οφείλεται σε συνδυασμό προσωπικών, κοινωνικών, οικονομικών, εκπαιδευτικών και οικογενειακών παραγόντων και πολύ συχνά συνδέεται με κοινωνικοοικονομικά μειονεκτούντα στρώματα. Σπανίως συνιστά ξαφνική απόφαση και συνήθως πρόκειται για το ορατό αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας υπο-επίδοσης και σταδιακής απομάκρυνσης από την εκπαίδευση.

 

Από τα παραπάνω καταλαβαίνουμε ότι οι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν έναν/μία έφηβο/η στο να μην επιθυμεί να συνεχίσει το σχολείο είναι πολλοί και διαφορετικοί ανά περίσταση, σωστά; 

 

Οι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν έναν/μία έφηβο/η να μην επιθυμεί να συνεχίσει το σχολείο  είναι πολλοί  και διαφορετικοί και αφορούν ειδικά το κάθε άτομο. Ορισμένοι εγκαταλείπουν την εκπαίδευση, επειδή αντιμετωπίζουν προσωπικά ή οικογενειακά προβλήματα, άλλοι λόγω συναισθηματικών δυσκολιών ή προβλημάτων υγείας.

Κάποιοι  αισθάνονται απογοητευμένοι από τη σχολική τους εκπαίδευση, γεγονός που συνδέεται με το πρόγραμμα σπουδών, τις μεθόδους διδασκαλίας, τις κακές σχέσεις με τους εκπαιδευτικούς ή τους άλλους μαθητές, τον εκφοβισμό ή ένα ενδεχομένως αρνητικό κλίμα στο σχολείο.

Ωστόσο, φαίνεται ότι η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου παρουσιάζει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και θεωρείται ότι ορισμένοι νέοι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από κάποιους άλλους. Οι μαθητές που προέρχονται από μη ευνοούμενα κοινωνικά στρώματα (όπως νοικοκυριά που μαστίζονται από την ανεργία, οικογένειες με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, μονογονεϊκές οικογένειες ή νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν αγχογόνες καταστάσεις),  από ευπαθέστερες ομάδες (π.χ. παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή έφηβες μητέρες)  ή από οικογένειες μειονοτήτων ή μεταναστών, έχουν περισσότερες πιθανότητες να εγκαταλείψουν πρόωρα το σχολείο.

Συνήθως, το φαινόμενο πλήττει περισσότερο τα αγόρια από ό,τι τα κορίτσια.

 

Tι είδους παραβατικές συμπεριφορές παρατηρούνται στον μαθητικό πληθυσμό; Υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ παιδικής και εφηβικής ηλικίας ως προς την εκδήλωση της παραβατικής συμπεριφοράς;

Το φαινόμενο της σχολικής παραβατικότητας αποτελεί σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα με σοβαρές προεκτάσεις στην πρόοδο και ανάπτυξη του παιδιού, καθώς μπορεί να διαταράξει την προσαρμογή του παιδιού ή εφήβου στη σχολική κοινότητα, την ψυχοσυναισθηματική του ανάπτυξη και αργότερα στην ομαλή ένταξή του στην κοινωνία των ενηλίκων, ενώ μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της κοινωνικής, επαγγελματικής, ακαδημαϊκής λειτουργίας του ατόμου.

 Η παραβατικότητα στην παιδική και εφηβική ηλικία αποτελεί μια αποκλίνουσα συμπεριφορά που αντανακλά τη συμβολή ατομικών, οικογενειακών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων. Οι σύγχρονες κοινωνικοπολιτιστικές και οικονομικές αλλαγές φαίνεται πως έχουν συντελέσει στην αύξηση  της εκδήλωσης αυτής της συμπεριφοράς.

Η παραβατική συμπεριφορά αφορά σε τάσεις και πράξεις όπως η προκλητική συμπεριφορά, σωματική λεκτική και ψυχολογική κακοποίηση (Bullying),σεξουαλική βία και παρενόχληση , κλοπή , σκασιαρχείο, ψέματα, φυγή από το σπίτι ή το σχολείο, κάπνισμα, κατάχρηση ουσιών , καταστροφή ιδιωτική ή δημόσιας περιουσία, κλοπές, παραβιάσεις του κοκ  κ.λπ.

Πρόκειται, λοιπόν, για συμπεριφορές όπου επικρατεί η κινητική μορφή έκφρασης και η έλλειψη του ψυχικού βιώματος και της νοητικής επεξεργασίας. Με τον τρόπο αυτό η έφηβοι εξωτερικεύουν ουσιαστικά το έντονο άγχος και το εσωτερικό έλλειμμα, αφού επαναλαμβάνουν διαρκώς αντί να θυμούνται και να επεξεργάζονται επώδυνα ερεθίσματα και τραύματα του παρελθόντος.

Οι παραβατικές συμπεριφορές θα μπορούσαν να  αναδεικνύουν την  επανάληψη σημαντικών θεμάτων του παρελθόντος και να αναδεικνύουν την ποιότητα των σχέσεων του εφήβου με τους σημαντικούς άλλους. Είναι όλα τα τραυματικά γεγονότα του παρελθόντος που δεν μπόρεσαν να γίνουν σκέψεις και λέξεις και δεν έχουν παρά να γίνουν πράξεις για να εκφορτιστούν. Παράλληλα, όμως, αυτή η μορφή εκδραμάτισης, ανάλογα με την ένταση και τη συχνότητα, είναι φυσική και αυτονόητη για τον έφηβό, όπως είναι το παιχνίδι για τα παιδιά.

Άννα Σταυροπούλου

Κοινωνική Λειτουργός MSc,
Μέλος της Θεραπευτικής Ομάδας του
Κέντρου Απεξάρτησης Τοξικομανών Κρατουμένων Ελεώνα Θηβών.

*Στο επόμενο Newsletter η κα Άννα Σταυροπούλου θα αναφερθεί στους τρόπους αντιμετώπισης της σχολικής διαρροής καθώς και στις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η χρήση ουσιών από εφήβους και νεαρούς ενήλικες.