Τα τελευταία χρόνια, προκύπτει μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον στη μελέτη των επιπτώσεων που μπορεί να φέρει η κακοποίηση και η παραμέληση στην ανάπτυξη του εγκεφάλου βρεφών και νηπίων. Πλέον, γίνεται ολοένα και σαφέστερο ότι σε περίπτωση που το παιδί βιώνει συνθήκες έντονου και παρατεταμένου στρες, συμπεριλαμβανομένης της κακοποίησης και της παραμέλησης, η ανάπτυξη του εγκεφάλου του μπορεί να επηρεαστεί και να μεταβληθεί. Ως εκ τούτου, μπορεί να προκύψουν αρνητικές επιπτώσεις στη γνωστική, κοινωνική και συναισθηματική του ανάπτυξη.

Η ρύθμιση της συμπεριφοράς και της φυσιολογίας των νεογνών πραγματοποιείται από τους γονείς-φροντιστές, με αποτέλεσμα τα νεογνά να εξαρτώνται σχεδόν πλήρως από εκείνους. Μάλιστα, οι γονείς-φροντιστές ανακουφίζουν τα παιδιά από το άγχος και χρησιμεύουν ως «συν-ρυθμιστές» συμπεριφοράς και φυσιολογίας (Hertsgaardetal., 1995; Hofer, 1994, 2006). Με την πάροδο του χρόνου, τα παιδιά που ανατρέφονται σε ένα διευκολυντικό περιβάλλον, το οποίο χαρακτηρίζεται από υγιείς συναισθηματικούς δεσμούς και ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους, σταδιακά αρχίζουν να αποκτούν ικανότητες αυτό-ρύθμισης και να ανταποκρίνονται τα ίδια στις ανάγκες τους. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η ανάπτυξη της ψυχικής τους ανθεκτικότητας και των προσαρμοστικών τους συμπεριφορών.

Ο ανθρώπινος εγκέφαλος, πυκνώνει με την πάροδο του χρόνου και μέχρι τα πρώτα 3 έτη μπορεί να φθάσει σχεδόν το 90% του ενήλικου μεγέθους. Η ανάπτυξή του όμως, δύναται να διαταραχθεί σε συνθήκες όπου το περιβάλλον δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παιδιού, υπάρχει έντονο στρες και οι φροντιστές μπορούν να εμφανίζονται για παράδειγμα εχθρικοί ή αδιάφοροι προς το παιδί. Υπό τέτοιες συνθήκες, υπεραναπτύσσονται οι περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την ανησυχία και το φόβο, ενώ παράλληλα, ο παιδικός εγκέφαλος θα στραφεί προς την επιβίωση και την ανταπόκριση-απάντηση στις απειλές του περιβάλλοντος και τα άτομα θα παρουσιάζουν μόνιμη αίσθηση επικείμενης απειλής. Έτσι, αυτές οι περιοχές του εγκεφάλου αναπτύσσονται εις βάρος άλλων, με τελικό αποτέλεσμα οτιδήποτε δεν συνδέεται με την απάντηση στο φόβο να μην είναι εύκολα «διαθέσιμο» προς το παιδί (WHO, 2006).

Σε περίπτωση που η πρόωρη εμπειρία είναι αρνητική για ένα παιδί, μπορεί να αναπτυχθούν συναισθηματικές, συμπεριφορικές και μαθησιακές δυσκολίες που θα παραμείνουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής, ειδικά αν λείπουν στοχοθετημένες παρεμβάσεις. Ένα παιδί που έχει βιώσει κακοποίηση και παραμέληση, μπορεί να ζει σε μία κατάσταση έντονης διέγερσης και μόνιμα να αισθάνεται μία επικείμενη απειλή. Επομένως, είναι πιθανό η κατάσταση αυτή του έντονου στρες σε συνδυασμό, ενδεχομένως, με την ανάπτυξη ενός μη υγιούς συναισθηματικού δεσμού με τον φροντιστή να συντελέσουν στην ελλιπή κοινωνικοσυναισθηματική και γνωστική εξέλιξη, αλλά και στην εμφάνιση περιορισμένων ικανοτήτων ενσυναίσθησης. (Eλληνική Εταιρεία Μελέτης και Πρόληψης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, 2008).

Τα παιδιά που έχουν υποστεί κακοποίηση και παραμέληση διατρέχουν, συνεπώς, αυξημένο κίνδυνο για μια σειρά αναπτυξιακών διαταραχών σωματικής και ψυχικής υγείας, συμπεριλαμβανομένων μαθησιακών δυσκολιών (π.χ. απροσεξία και ελλείμματα στις εκτελεστικές λειτουργίες), προβλημάτων που σχετίζονται με συνομηλίκους (π.χ. απόρριψη), διαταραχών του συναισθήματος (π.χ. κατάθλιψη, άγχος, ανησυχία), διαταραχών της διαγωγής (π.χ. διαταραχή συμπεριφοράς, επιθετικότητα) και διαταραχής μετατραυματικού στρες (PTSD). Ως ενήλικες, είναι πιθανό να συνεχίζουν να παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο για ψυχιατρικές διαταραχές, χρήση ουσιών, σοβαρές ιατρικές ασθένειες και να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην (επαν)ένταξή τους στην αγορά εργασίας (Petersenetal., 2014).

Από όλα τα παραπάνω προκύπτει η αναγκαιότητα άμεσης και έγκαιρης παρέμβασης σε περιπτώσεις κακοποίησης και παραμέλησης, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις της εμπειρίας στην ανάπτυξη του παιδιού. Ωστόσο, το πιο ωφέλιμο πάντα θα είναι η πρόληψη των φαινομένων κακοποίησης ή και παραμέλησης μέσω θεσμικά κατοχυρωμένων στρατηγικών παρέμβασης, οι οποίες θα εστιάζουν είτε σε ένα μίκρο- επίπεδο (οικογένεια) είτε σε μάκρο-επίπεδο (χάραξη κοινωνικών πολιτικών).

 

Ελπίδα Μαρίνου - Ειδική Παιδαγωγός MSc, Ψυχοθεραπεύτρια - Δραματοθεραπεύτρια

 

Βιβλιογραφικές αναφορές

Ελληνική Εταιρεία Μελέτης και Πρόληψης της Σεξουαλικής Κακοποίησης (2008). Πρόληψη Παιδικής Κακοποίησης: οδηγός δράσης και τεκμηρίωσης.

Hertsgaard L, Gunnar M, Erickson MF, Nachmias M. Adrenocortical responses to the strange situation in infants with disorganized/disoriented attachment relationships. Child Development. 1995;66(4):1100–1106.

Hofer MA. Psychobiological roots of early attachment. Current Directions in Psychological Science. 2006;15(2):84–88.

Petersen, A. C., Joseph, J., &Feit, M. (2014). Committee on child maltreatment research, policy, and practice for the next decade: Phase II; board on children, youth, and families; committee on law and justice. Institute of Medicine. New Directions in Child Abuse and Neglect Research.

World Health Organization (2006). Preventing child maltreatment: a guide to taking action and generating evidence.